Η «ορθή» δόμηση, αποτελεί τη συνιστώσα της ασφαλούς, της αρχιτεκτονικά εναρμονισμένης με τη δομική κληρονομιά ενός τόπου και της βιώσιμης περιβαλλοντικά, δόμησης. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι το περιβάλλον μιας κατασκευής, αποτελεί καθοριστική παράμετρο για τον τρόπο που αυτή θα δομηθεί.
Η Κρήτη αποτελεί τόπο με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που στα πλαίσια του διαδραστικού χαρακτήρα περιβάλλον – κατοικία, δε θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη τη μορφολογία και τον τρόπο λειτουργίας κάθε κτήριο-δομής στο νησί. Ιδιαίτερα γεωλογικά φαινόμενα, πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και ασυνήθιστες κλιματολογικές συνθήκες, συνθέτουν τα κυριότερα χαρακτηριστικά του τυπικού Κρητικού «οικοπέδου».
Γεωλογικά χαρακτηριστικά του υπεδάφους της περιοχής (ρήγματα), προκαλούν, συχνά, μικρές σεισμικές δονήσεις και σπανιότερα, αλλά με σημαντικές συνέπειες, δονήσεις, με υψηλές εδαφικές επιταχύνσεις, απειλώντας άμεσα τις κατασκευές και έμμεσα την δραστηριότητα του τόπου. Η ασφάλεια των κατασκευών μέσα σε αυτό το περιβάλλον, οριζόμενη αυστηρά από τους νόμους της Μηχανικής, εκπεφρασμένων από τους ευρώ-κώδικες πλέον και τα εθνικά προσαρτήματα αυτών, περιγράφει δομές με «κανονικές» σε σχήμα κατόψεις, αποτρέπει το μελετητή από την αύξηση του όγκου ενός κτηρίου ανεβαίνοντας σε υψηλότερες στάθμες και πολλές φορές (σε ψηλά κτήρια) επιβάλει μικρά σε πλάτος ανοίγματα-κουφώματα, λόγω της απαίτησης για μεγάλου μήκους υποστυλώματα περιμετρικά του κτηρίου. Σημαντική, παρόλαυτα, είναι η επίδραση της απαίτησης, για ασφαλείς κατασκευές, σε περιπτώσεις αναπαλαιώσεων – ενισχύσεων υφιστάμενων κατασκευών, όπου συχνά οι επεμβάσεις, απαιτούν εξειδικευμένους χειρισμούς από τους μελετητές- κατασκευαστές. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η παράμετρος της «ασφάλειας των κατασκευών», θεμελιώδης παράμετρος της «ορθής» δόμησης, αποτελεί, τον κατ’ εξοχή περιοριστικό παράγοντα, κατά την μελέτη των κατασκευών.
Η πλούσια αρχιτεκτονική κληρονομιά της πόλης, σύζευξη πολλών διαφορετικών πολιτισμικών στοιχείων, σε συνδυασμό με την ανάγκη διατήρησης του χαρακτήρα της πόλης, σχεδόν επιβάλει χαμηλά κτίσματα, περιορισμένου όγκου και μέσα σε ένα ευρύτερο πολεοδομικό χάρτη με καθορισμένες ήπιες χρήσεις γης. Εμπορικά κέντρα, πολυώροφα παραθαλάσσια κτίσματα ή και τουριστικά θέρετρα, σαφέστατα δεν είναι αρχιτεκτονικά στοιχεία που μπορούν να εναρμονιστούν με το χαρακτήρα της πόλης (ή και των πολιτών αν θεωρήσουμε και όχι καθ’ υπερβολή, ότι αυτά ταυτίζονται).
Τέλος, οι κλιματολογικές συνθήκες στο νησί, ήπιοι χειμώνες, θερμά και με μέτριους έως ισχυρούς ανέμους καλοκαίρια, αλλά και υψηλοί δείκτες ηλιοφάνειας καθ όλη τη διάρκεια του έτους, αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικό παράγοντα προκειμένου την επίτευξη «ορθής» δόμησης στην πόλη του Ρεθύμνου. Κτήρια προσανατολισμένα στην κάλυψη των αναγκών τους για ψύξη, περισσότερο, και λιγότερο για θέρμανση, αλλά και με κύριο στόχο την όσο το δυνατόν χρησιμοποίηση, των εκ προελεύσεως ανεξάντλητων πηγών ενέργειας (ήλιος, αέρας), που εν’ αφθονία «υπάρχουν» στο νησί, θα ήταν χρήσιμο να αποτελέσουν τους βασικούς άξονες για την δόμηση φιλικών προς το περιβάλλον κτηρίων. Ιδιαίτερη έμφαση σε αυτή τη παράμετρο, καλό είναι να δοθεί, σε ξενοδοχεία ή άλλους χώρους φιλοξενίας, όπου τους καλοκαιρινούς μήνες υποδέχονται πληθυσμό πολλαπλάσιο του αθροίσματος των μόνιμων κατοίκων της πόλης.
Η «ορθή» δόμηση, όσο κι αν ηχεί αυστηρός και ενδεχομένως περιοριστικός όρος, μπορεί σαν κίνημα να αποτελέσει μια ολοκληρωμένη αντιμετώπιση των σύγχρονων δομών, κυρίως σε περιοχές με πολυσχιδείς ιδιαιτερότητες όπως αυτή της Κρήτης και του Ρεθύμνου ιδιαίτερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου